ἀγρίτης
From LSJ
Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία → Malumm est hominibus maximum immoderatio → Das größte Übel ist bei Menschen Völlerei
English (LSJ)
ον, ὁ,
A countryman, St. Byz. s.v. ἀγρός.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγρίτης: -ου, ὁ, χωρικός, Στέφ. Βυζ. ἐν λεξ. ἀγρός.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ campesino St.Byz.s.u. ἀγρός.