καὶ οὐκ ἔστιν πᾶν πρόσφατον ὑπὸ τὸν ἥλιον → and there's nothing new under the sun (Eccl. 1:9 LXX)
-άδος, ἡ, Αβλ. Πελασγίς.[ΕΤΥΜΟΛ. < Πελάσγιος + κατάλ. -άς, -άδος (πρβλ. Ολυμπι-άς)].