Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
Μολὼν λαβέ → Come and take them
ἄπαστος, -ον (Α)1. αυτός που δεν έχει φάει ή απέχει από την τροφή, ο άσιτος2. αυτός που δεν έχει γευθεί ή δοκιμάσει κάτι.[ΕΤΥΜΟΛ. < α- στερ. + πατέομαι «τρώω ή πίνω από κάτι, γεύομαι κάτι»].