ακροκεφαλία
From LSJ
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
Greek Monolingual
η (Ανθρωπολ.)
δυσμορφία που χαρακτηρίζεται από οξυκόρυφο σχήμα της κεφαλής, οφειλόμενο σε πρόωρη συνοστέωση τών ραφών του κρανίου, ιδίως της στεφανιαίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ακροκέφαλος, πρβλ. γαλλ. acrocephalie.
ΠΑΡ. ακροκεφαλικός].