εἰργάζοντο λογάδην φέροντες λίθους καὶ ξυνετίθεσαν ὡς ἕκαστόν τι ξυμβαίνοι → they went to work bringing the stones as they picked them out and put them together as each one happened to fit
και αλουποφωλιά, η
φωλιά αλεπούς, αλεπότρυπα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αλεπού + φωλιά].