λιμναστεία
From LSJ
Φρόνημα λιπαρὸν οὐδαμῶς ἀναλίσκεται → Constans animi nulla umquam est consumptio → Ein strahlend heller Geist zehrt keineswegs sich auf
English (LSJ)
ἡ, A irrigation works, BGU91.5 (ii A.D.).
Greek Monolingual
λιμναστεία, ἡ (Α) λιμναστής
αρδευτικά έργα.