σιταλετικός
From LSJ
Ἡδύ γε σιωπᾶν ἢ λαλεῖν, ἃ μὴ πρέπει → Silentium anteferendum est turpiloquentiae → Schweig lieber, als zu sagen, was sich nicht gehört
English (LSJ)
ή, όν, A for grinding corn, μηχανή BGU405.7 (iv A.D.).
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α
κατάλληλος για άλεση σίτου («σιταλετική μηχανή», πάπ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σῖτος + -αλετικός (< ἀλῶ «αλέθω»)].