ἀγκαλίδη
From LSJ
Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz
English (LSJ)
ἡ, A = ἀγκαλίς, ἐν ἀγκαλίδῃσι γυναικός Stud.Pont.3.6 (Amisus).
Spanish (DGE)
-ης, ἡ
ángulo interno del brazo, brazo ἐν ἀγκαλίδῃσι γυναικός GVI 1712.1 (Amiso, Ponto II/III d.C.), cf. ἀγκαλίς.