θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
Full diacritics: ὑποφθορεύς | Medium diacritics: ὑποφθορεύς | Low diacritics: υποφθορεύς | Capitals: ΥΠΟΦΘΟΡΕΥΣ |
Transliteration A: hypophthoreús | Transliteration B: hypophthoreus | Transliteration C: ypofthoreys | Beta Code: u(pofqoreu/s |
έως, ὁ, A corrupter, seducer, Gloss.
ὑποφθορεύς: έως, ὁ, ὁ ὑπούλως διαφθείρων, ὕπουλος διαφθορεύς, Γλωσσ.
-έως, ὁ, Α
αυτός που διαφθείρει ύπουλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + φθορεύς (< φθορά < φθείρω), πρβλ. δια-φθορεύς.