σπονδύλιον
From LSJ
αὐτόματοι δ' ἀγαθοὶ ἀγαθῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασι → automatically do the noble go to the feasts of the noble
German (Pape)
[Seite 924] τό, und σπονδύλιος, ὁ, s. σφονδύλιον.
Greek Monolingual
τὸ, Α
βλ. σφοντύλι.
αὐτόματοι δ' ἀγαθοὶ ἀγαθῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασι → automatically do the noble go to the feasts of the noble
[Seite 924] τό, und σπονδύλιος, ὁ, s. σφονδύλιον.
τὸ, Α
βλ. σφοντύλι.