Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau
[Seite 111] att. = μεθαρμόζω, Luc.
att. c. μεθαρμόζω.
Étymologie: μετά, ἁρμόττω.
μεθαρμόττω (Α) (αττ. τ.) βλ.μεθαρμόζω.
μεθαρμόττω: атт. = μεθαρμόζω.