Kατεσκευάσθη τὸ ἱερὸν τοῦτο ποτήριον ... ἐν ἔτει ,αω'α' → Τhis holy cup was made ... in the year 1801
η (ΑΜ μοιχαλίς, -ίδος)
έγγαμη γυναίκα που διαπράττει μοιχεία, που απατά τον άνδρα της
νεοελλ.
πόρνη
μσν.-αρχ.
ως επίθ. διεφθαρμένη («γενεὰ πονηρὰ καὶ μοιχαλὶς σημεῑον ἐπιζητεῑ», ΚΔ)