ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time
(Μ λογοῡμαι)λογαριάζομαι, θεωρούμαι, νομίζομαι.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. του λογίζομαι.