ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored
(ΑΜ κιθαρῳδῶ, -έω) κιθαρῳδός παίζω κιθάρα και τραγουδώ συγχρόνως, είμαι κιθαρωδός («Ζήνωνα εἰς θέατρον ἀνιόντα κιθαρῳδοῡντος Ἀμοιβέως», Πλούτ.).