ἀποκρημνίζω
From LSJ
Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft
English (LSJ)
A throw from a cliff's edge, Hld.2.8.
German (Pape)
[Seite 308] von einem Abhang herunterstürzen, Heliod.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποκρημνίζω: καταρρίπτω ἀπὸ τῆς ἄκρας κρημνοῦ, κατακρημνίζω, Ἡλιόδ. 8. 8.
Spanish (DGE)
precipitarεἰς τὸν βόθρον ἑαυτὴν ἀπεκρήμνισεν Hld.2.8.4
•fig. en v. pas. (σφυγμός) ἀποκρημνισμένος pulso precipitado Archig. en Gal.8.662, Gal.8.942.
Greek Monolingual
ἀποκρημνίζω (Α)
ρίχνω προς τα κάτω από την κορυφή βράχου.