πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
ο (Α Δαμαῖος)νεοελλ.βιολ. γένος ακάρεωναρχ.Δαμαῖοςεπίκληση του Ποσειδώνος στην Κόρινθο, ιπποδαμαστής.[ΕΤΥΜΟΛ. Το αρχ. επίθ. Δαμαίος < (θ.) δαμα- (πρβλ. αόρ. εδάμασα) του ρ. δάμνημι].