ηλεκτρομαγνήτης
From LSJ
ο
διάταξη που προορίζεται για την παραγωγή μαγνητικού πεδίου με τη βοήθεια του ηλεκτρικού ρεύματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. electromagnet < electro- (πρβλ. ηλεκτρο-) + magnet (πρβλ. μαγνήτης). Η λ. μαρτυρείται από το 1858 στον Δημήτριο Στρούμπο].