ηλεκτρομαγνήτης

From LSJ

θαρσεῖν χρὴ φίλε Βάττε: τάχ' αὔριον ἔσσετ' ἄμεινον → you need to be brave, dear Battus; perhaps tomorrow will be better | Take heart, dear Battos! Tomorrow will be better.

Source

Greek Monolingual

ο
διάταξη που προορίζεται για την παραγωγή μαγνητικού πεδίου με τη βοήθεια του ηλεκτρικού ρεύματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. electromagnet < electro- (πρβλ. ηλεκτρο-) + magnet (πρβλ. μαγνήτης). Η λ. μαρτυρείται από το 1858 στον Δημήτριο Στρούμπο].