Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

λεκανοπέδιο

From LSJ
Revision as of 07:32, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (22)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὕπνος πέφυκε σωμάτων σωτηρία → Incolumitas est corporis nostri sopor → Der rechte Weg ist zur Gesunderhaltung Schlaf

Menander, Monostichoi, 520

Greek Monolingual

το
έκταση εδάφους που έχει σχήμα λεκάνης και περιβάλλεται από βουνά («λεκανοπέδιο της Αττικής»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < λεκάνη + πεδίον «πεδιάδα» (πρβλ. ορο-πέδιο, υδατο-πέδιο). Η λ. είναι πιθ. απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου και μαρτυρείται από το 1854 στον Στ. Σταθόπουλο].