μανδακηδόν
From LSJ
Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.
Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.
Full diacritics: μανδακηδόν | Medium diacritics: μανδακηδόν | Low diacritics: μανδακηδόν | Capitals: ΜΑΝΔΑΚΗΔΟΝ |
Transliteration A: mandakēdón | Transliteration B: mandakēdon | Transliteration C: mandakidon | Beta Code: mandakhdo/n |
v. sub μανδάκης.
μανδακηδόν (Α)
επίρρ. κατά δέματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μανδάκης «δεμάτι» + επιρρμ. κατάλ. -ηδόν (πρβλ. αγελ-ηδόν, σωρ-ηδόν)].