ιερακοκτόνος

From LSJ
Revision as of 09:54, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Σοφὴ σοφῶν γὰρ γίγνεται συμβουλία → Denn nur von weisen Männern stammt der weise Rat

Menander, Monostichoi, 483

Greek Monolingual

ἱερακοκτόνος, -ον (Α)
αυτός που φονεύει γεράκια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιέραξ, -ακος + -κτόνος < κτείνω (πρβλ. ανδρο-κτόνος, πατρο-κτόνος)].