υγροβόλος
From LSJ
Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust
Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust
-ον, Α
αυτός που προκαλεί υγρασία, υγραντικός («ὑγροβόλοι σταγόνες», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + -βόλος (< βόλος < βάλλω), πρβλ. μακρο-βόλος.