Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann
σφαιροδρόμος: -ον, ὁ διατρέχων τὴν σφαῖραν (τοῦ οὐρανοῦ), Τζέτζ. εἰς Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. σ. 9, ἔκδ. Gaisf.
ὁ, Μ
αυτός που διατρέχει την ουράνια σφαίρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφαῖρα + -δρόμος (< δρόμος), πρβλ. μαραθωνο-δρόμος.