συγγραφοδιαθήκη

From LSJ
Revision as of 09:55, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

τὸ αὐτοφυὲς κρεῖττον τοῦ ἑτεροδιδάκτου → what is inborn is better than what is taught by others

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγγρᾰφοδιαθήκη Medium diacritics: συγγραφοδιαθήκη Low diacritics: συγγραφοδιαθήκη Capitals: ΣΥΓΓΡΑΦΟΔΙΑΘΗΚΗ
Transliteration A: syngraphodiathḗkē Transliteration B: syngraphodiathēkē Transliteration C: syggrafodiathiki Beta Code: suggrafodiaqh/kh

English (LSJ)

ἡ, A contract with marriage settlement, BGU252.1 (i A.D.).

Greek Monolingual

ἡ, Α
συμβόλαιο που ρύθμιζε θέματα γάμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συγγραφή «συμβόλαιο» + διαθήκη «συνθήκη, σύμβαση»].

Greek Monolingual

ἡ, Α
συμβόλαιο που ρύθμιζε θέματα γάμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συγγραφή «συμβόλαιο» + διαθήκη «συνθήκη, σύμβαση»].