Ὁ μὴ δαρεὶς ἄνθρωπος οὐ παιδεύεται → Male eruditur ille, qui non vapulat → nicht recht erzogen wird ein nicht geschundner Mensch
Full diacritics: φλομώδης | Medium diacritics: φλομώδης | Low diacritics: φλομώδης | Capitals: ΦΛΟΜΩΔΗΣ |
Transliteration A: phlomṓdēs | Transliteration B: phlomōdēs | Transliteration C: flomodis | Beta Code: flomw/dhs |
ες, A like mullein, Hsch. s.v. αἰθιοπίς, prob. for φλογμώδης in Gal.19.152.
φλομώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος πρὸς φλόμον, Ἡσύχ. ἐν λέξ. αἰθιοπίς, καὶ πιθαν. γραφὴ παρὰ Γαληνῷ.
-ῶδες, Α φλόμος
(κατά τον Ησύχ.) όμοιος με το φυτό φλόμος.