διακίνησις
From LSJ
Θεοῦ γὰρ οὐδεὶς χωρὶς (ἐκτὸς οὐδεὶς) εὐτυχεῖ βροτῶν → Nullus beatus absque numine est dei → Glückselig Gott allein und sonst kein Sterblicher
English (LSJ)
εως, ἡ, A slight movement, Gal.18(1).742.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 movimiento ligero τὴν ἐπὶ βραχὺ γιγνομένην διακίνησιν Gal.18(1).742.
2 paseo, acción de pasear περίπατοι· τόποι διακινήσεων Hsch., cf. Gloss.3.305.