σπονδά

From LSJ
Revision as of 06:12, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)

Θεῶν ὄνειδος τοὺς κακοὺς εὐδαιμονεῖν → Crimen deorum est improbi felicitas → Ein Vorwurf an die Götter ist der Schurken Glück

Menander, Monostichoi, 255

English (Slater)

σπονδά
   1 libation τὸν μὲν ἐν ῥινῷ λέοντος στάντα κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν (I. 6.37)

Russian (Dvoretsky)

σπονδά: ἡ дор. = σπονδή.