πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
ἐμμᾰνῶς: (superl. ἐμμανέστατα) безумно, неистово Luc.