δευτερουργής
From LSJ
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
English (LSJ)
ές, vamped up, second-hand, χλαῖνα Poll.7.77.
German (Pape)
[Seite 553] χλαῖνα, wieder aufgekratzt, Poll. 7, 77.
Spanish (DGE)
-ές remendado χλαῖνα Poll.7.77.
Greek Monolingual
δευτερουργής, -ές (Α)
αυτός που έχει δεχτεί και δεύτερη επεξεργασία, ο καλοδουλεμένος.