ανακεφαλαίωση

From LSJ
Revision as of 16:25, 26 March 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "οῡμαι" to "οῦμαι")

Ἔστιν τι κἀν κακοῖσιν ἡδονῆς μέτρον → Voluptas aliqua inest vel infortunio → Es wohnt im Leid auch ein begrenztes Maß an Lust

Menander, Monostichoi, 182

Greek Monolingual

η (Α ἀνακεφαλαίωσις) ἀνακεφαλαιοῦμαι, σύντομη επανάληψη των λόγων μου με τονισμό τών κύριων σημείων, περίληψη
νεοελλ.
ενσωμάτωση τών τόκων στο κεφάλαιο και ανατοκισμός του νέου ποσού.