κολόκυνθα

From LSJ
Revision as of 07:20, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (nl)

τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion

Source

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
citrouille plante et fruit.
Étymologie: cf. κολοκύνθη.

Russian (Dvoretsky)

κολόκυνθα: ἡ = κολοκύνθη.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κολόκυνθα -ης, ἡ, ook κολοκύνθη; Att. ook κολόκυντα -ης, later κολοκύντη -ης; ook ὁ κολόκυνθος en κολόκυντος, pompoen.