ἐλελισφακίτης
From LSJ
Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur
English (LSJ)
[ῑ] οἶνος wine flavoured with sage, Dsc.5.61.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ (sc. οἶνος) vino aromatizado con salvia Dsc.5.61.
German (Pape)
[Seite 795] οἶνος, mit Salbei abgezogen, Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
ἐλελισφᾰκίτης: οἶνος ῑ, οἶνος παρεσκευασμένος μὲ ἐλελίσφακον, Διοσκ. 5. 71.