Ἰβηρικός
From LSJ
Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
]d'Ibérie.
Étymologie: Ἰβηρία.
Russian (Dvoretsky)
Ἰβηρικός: иберийский Plut.