παλιγκότως

From LSJ
Revision as of 01:20, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (3b)

Τα βιβλία τα παρά των ξένων επαίδευε τους εν τη αγορά ανθρώπους, τους Ομήρου φίλους → The others' books educated the people in the marketplace, the friends of Homer.

Source

French (Bailly abrégé)

adv.
avec ressentiment.
Étymologie: παλίγκοτος.

Russian (Dvoretsky)

πᾰλιγκότως: по-прежнему враждебно, злобно: π. συνεφέρετο αὐτῷ Her. несчастье вновь постигло его.