θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη µου → set a guard over my mouth, Lord; keep watch over the door of my lips | set a guard, O Lord, over my mouth; keep watch over the door of my lips (Psalm 140:3, Septuagint version)
-ού, -άδικο, Ν
φωνακλάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωνή + μεγεθ. κατάλ. -αράς- (πρβλ. κλεφτ-αράς, υπν-αράς)].