αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.
-ιά, -ί, Ν
1. αυτός που έχει το κόκκινο χρώμα του ροδιού
2. το ουδ. ως ουσ. το ροδί
το χρώμα του ροδιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ρόδι + κατάλ. -ης (πρβλ. θαλασσ-ής, σταχτ-ής)].