Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
τα, Ν
ζωολ. μείζον φύλο που αποτελείται από τρεις υποσυνομοταξίες, τα χιτωνόζωα, τα κεφαλοχορδωτά και τα σπονδυλόζωα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χορδή + κατάλ. -ωτά, πληθ. ουδ. του -ωτός (πρβλ. οδοντ-ωτός, σπονδυλ-ωτός)].