Οὐπώποτ' ἐζήλωσα πολυτελῆ νεκρόν → Numquam probarim sumptuosum mortuum → Nie preis ich einen Toten selbst im Prachtgewand
ὁ, Μαυτός που έχει υγρή χαίτη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + -χαίτης (< χαίτη), πρβλ. κυανο-χαίτης, χρυσο-χαίτης].