στεφανίσκη
From LSJ
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
Greek Monolingual
ἡ, Α
ο στεφανίσκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στέφανος + κατάλ. -ίσκη (πρβλ. παιδ-ίσκη)].
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
ἡ, Α
ο στεφανίσκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στέφανος + κατάλ. -ίσκη (πρβλ. παιδ-ίσκη)].