στηλοβάτης

From LSJ
Revision as of 20:21, 18 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

ἥσθην πατέρα τὸν ἀμὸν εὐλογοῦντά σε → I was pleased to hear you praising my father

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στηλοβάτης Medium diacritics: στηλοβάτης Low diacritics: στηλοβάτης Capitals: ΣΤΗΛΟΒΑΤΗΣ
Transliteration A: stēlobátēs Transliteration B: stēlobatēs Transliteration C: stilovatis Beta Code: sthloba/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, = στηλίτης (of a στήλη, like a στήλη, inscribed on a στήλη, posted) II, Tz. H. 9.330.

Greek (Liddell-Scott)

στηλοβάτης: [ᾱ], -ου, ὁ, ὁ ἀναβαίνων ἐπὶ στήλης, Τζέτζ. Ἱστ. 9. 330.

Greek Monolingual

ὁ, Μ
αυτός που ανεβαίνει σε στήλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στήλη + -βάτης (< βαίνω), πρβλ. ορει-βάτης, στυλο-βάτης.