ἱερακία
From LSJ
Θεὸν προτίμα, δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς → Post deum habeas parentes proximo loco → Vor allem ehre Gott, die Eltern gleich nach ihm
Full diacritics: ἱερᾱκία | Medium diacritics: ἱερακία | Low diacritics: ιερακία | Capitals: ΙΕΡΑΚΙΑ |
Transliteration A: hierakía | Transliteration B: hierakia | Transliteration C: ierakia | Beta Code: i(eraki/a |
βοτάνη,= ἱεράκιον 1 (hawk-weed), Horap.1.6.
ἱερακία, ἡ (Α) ιέραξ
φρ. «ἱερακία βοτάνη» — το βότανο ιεράκιο.