χιλοποίησις
From LSJ
Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrum → Gewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick
English (LSJ)
-εως, ἡ, digestion, Sophon. in de An. 61.28.
Greek Monolingual
-ποιήσεως, ἡ, Α (μτγν«τ.) βλ. χυλοποίηση.