αναχωρητής
From LSJ
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
Greek Monolingual
ο (Μ ἀναχωρητής)
ασκητής, μοναχός, ερημίτης.
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
ο (Μ ἀναχωρητής)
ασκητής, μοναχός, ερημίτης.