Ἑκάτα
From LSJ
Θεῶν ὄνειδος τοὺς κακοὺς εὐδαιμονεῖν → Crimen deorum est improbi felicitas → Ein Vorwurf an die Götter ist der Schurken Glück
English (Slater)
Ἑκᾰτα Hekate ἄγγελλε δὲ φοινικόπεζα λόγον παρθένος εὐμενὴς Ἑκάτα τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι (Pae. 2.78)
Russian (Dvoretsky)
Ἑκάτα: ἡ дор. = Ἑκάτη.