ἐλλιπής
Κόλαζε τὸν πονηρόν, ἄνπερ δυνατὸς ᾖς → Malum castiga, maxime si sis potens → Den Schurken strafe, wenn du dazu fähig bist
English (LSJ)
ές, (ἐλλείπω) Act.,
A leaving out, omitting, τινός Pl.Lg. 924b. II Pass., wanting, defective, μνήμης Th.7.8; ἐ. κάλλους, ἀκριβείας, Pl.Lg.669a, R.504b, etc.: c. dat., προθυμίᾳ ἐλλιπεῖς Th.6.69; δεῖπνον . . μηδενὶ ἐλλιπές Euang.1.3; ἐν τοῖς πεζικοῖς τῷ καθοπλισμῷ Plb.18.22.5. 2 abs., failing, ἐ. καὶ μὴ δυνατὸς ἐπιμελεῖσθαι negligent, Pl.Lg.901c; τὸ μὴ ἐπιχειρούμενον ἀεὶ ἐλλιπὲς ἦν τῆς δοκήσεως whatever was not attempted was so much lost of their reckoning, Th.4.55, cf. 5.1; τὸ ἐ. τῆς γνώμης ὧν . . ᾠήθημεν πράξειν the failure of judgement in respect of... Id.4.63; τὸ ἐ. defect, Arist. Rh.1371b4; τὸ τῆς νομοθεσίας ἐ. Plb.6.49.6: Comp. -έστερος ib.11.3. Adv. ἐλλῐμεν-πῶς inadequately, deficiently, λέγειν Isoc.Fr.3.β.5; πρός τι ἔχειν Aret.CD1.2; ἔχειν τινός Cod.Just.1.1.7.11; γεγραμμένα Gal. Libr.Propr.2; opp. περιττῶς, Philostr.VS1.11: Comp. -έστερον OGI 56.13 (iii B.C.); ἐ. τῆς ἀληθείας εἰρηκέναι Plb.5.32.2. III of a number, not equal to the sum of its factors, opp. ὑπερτελής, Theo Sm. p.46H. Adv. -πῶς Iamb.in Nic.p.53P. IV Gramm., elliptical, φωνή S.E.P.1.188, cf.Sch.S.OT324, etc. Adv. -πῶς Sch.A.R.1.252.
German (Pape)
[Seite 801] ές, der Etwas unterläßt; τῆς τῶν ἐπιτρόπων αἱρέσεως, der die Wahl der Vormünder unterläßt, Plat. Legg. XI, 924 b; nachstehend, προθυμίᾳ Thuc. 6, 69; ἐν τοῖς πεζικοῖς Pol. 18, 5, 5; übh. mangelhaft, ermangelnd, τῆς ἀκριβείας Plat. Rep. VI, 504 b; μνήμης Thuc. 7, 8; τοῦτο σφίσιν ἐλλιπὲς εἶναι τῆς καθάρσεως, das fehle an der Reinigung, 5, 1; Ggstz ἐντελής, Ath. XIV, 644 d; – τὸ ἐλλιπές, der Mangel, Pol. 6, 49, 6; τὸ ἐλλ. τῆς γνώμης, Nichtbefriedigung der Wünsche, Thuc. 4, 63. – Adv. ἐλλιπῶς, Iambl. u. A.