καίνισις
From LSJ
Τῶν εὐτυχούντων πάντες εἰσὶ συγγενεῖς → Felicium se quisque cognatum vocat → Ein jeder wähnt sich mit den Glücklichen verwandt
English (LSJ)
εως, ἡ,
A renovation, ἡ τῶν πατρίων κ. καὶ μεταβολή J.AJ 18.1.1; v.l. for -ωσις in Ph.2.45.
German (Pape)
[Seite 1294] ἡ, = καινισμός, Sp.