δυσδιερεύνητος
From LSJ
Full diacritics: δυσδιερεύνητος | Medium diacritics: δυσδιερεύνητος | Low diacritics: δυσδιερεύνητος | Capitals: ΔΥΣΔΙΕΡΕΥΝΗΤΟΣ |
Transliteration A: dysdiereúnētos | Transliteration B: dysdiereunētos | Transliteration C: dysdiereynitos | Beta Code: dusdiereu/nhtos |
ον,
A hard to search thoroughly, Pl.R. 432c, D.C.51.26, Them.Or.21.254d.
[Seite 678] schwer zu durchforschen; τόπος Plat. Rep. IV, 432 c; Sp.
δυσδιερεύνητος: -ον, ὃν δύσκολον εἶνε νὰ διερευνήσῃ τις, Πλάτ. Πολ. 432C.