Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία → Mulier probe morata vitae est sospita → Die Frau, die rechtlich denkt, erhält das Lebensgut
Full diacritics: κατασφίγγω | Medium diacritics: κατασφίγγω | Low diacritics: κατασφίγγω | Capitals: ΚΑΤΑΣΦΙΓΓΩ |
Transliteration A: katasphíngō | Transliteration B: katasphingō | Transliteration C: katasfiggo | Beta Code: katasfi/ggw |
A bind tightly, Plu.2.983d:—Pass., J.AJ3.7.2.
κατασφίγγω: μέλλ. -γξω, σφίγγω στενῶς, τὰ ἠρμοσμένα κατασφίγγει καὶ πήγνυσι Πλούτ. 2. 983D· ποδήρης χιτὼν… χειρῖδας περὶ τοῖς βραχίοσι κατεσφιγμένος, δηλ. κατεσφιγμένας ἔχων, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 3. 7, 2.