ὑπογλυκαίνω
From LSJ
English (LSJ)
A sweeten a little: metaph., coax and smooth down, δῆμον ῥηματίοις Ar.Eq.216.
German (Pape)
[Seite 1212] ein wenig versüßen, übertr., ein wenig mit süßen Worten schmeicheln od. etwas freundlich stimmen, ῥηματίοις μαγειρικοῖς, Ar. Equit. 216.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπογλῠκαίνω: γλυκαίνω ὀλίγον τι· μεταφ., θωπεύω καὶ καταπραΰνω, ὑπογλυκαίνειν ῥηματίοις μαγειρικοῖς, Ἀριστοφάνους Ἱππ. 216.