ἄμπελον κόπτοντες τὴν περὶ τὸ ἱερὸν ἐσέβαλλον καὶ λίθους — → cutting down the vines 'round the sanctuary, they threw in rocks as well
[Seite 592] poet. = περισείω.
περισσείω: ποιητ. ἀντὶ τοῦ περισείω.